Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2010

Ἀρχιμανδρίτης ΘΕΟΔΟΥΛΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ (+ 1966)

Κατά κόσμον Γεώργιος Ἀναγνωστόπουλος, γεννήθηκε τό 1888 στήν Κορώνη Μεσσηνίας. Μετά τίς ἐγκύκλιες σπουδές μετανάστευσε στίς Η.Π.Α. ἀπ’ ὅπου ἐπέστρεψε τό 1912, γιά νά πολεμήσει ἐθελοντικά στούς Βαλκανικούς Πολέμους, μάλιστα τραυματίστηκε στή Μάχη τοῦ Μπιζανίου γιά τήν ἀπελευθέρωση τῶν Ἰωαννίνων. Ἀμέσως μετά τόν νικηφόρο γιά τήν Ἑλλάδα πόλεμο, γνώρισε στήν Καλαμάτα τόν νέο ἀσκητή Ἠλία Παναγουλάκη (+ 1918) καί ἔγινε μαθητής του.
Τό 1918, ἔτος κοιμήσεως τοῦ Γέροντά του, μέ εὐλογία του, ἐπέστρεψε στήν πατρίδα του Κορώνη καί ἐγκαταστάθηκε στό πατρικό του σπίτι μέσα στό μεσαιωνικό κάστρο, τό ὁποῖο μετέτρεψε σέ τόπο κηρύγματος μετανοίας. Ταυτόχρονα ἄρχισε νά ἀσκητεύει σέ μία κρύπτη τοῦ φρουρίου, τήν «σπηλιά», ἕνα κελλί λαξευμένο στό τεῖχος τοῦ κάστρου.
Προηγουμένως, τό 1917, εἶχε γνωρίσει στήν Καλαμάτα τόν νεαρό μαθητή Γυμνασίου Παναγιώτη Λαχανᾶ, ὁ ὁποῖος μέ προτροπή του φοίτησε στή Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν καί τό 1928 ἔγινε μοναχός κοντά του, ἀσκούμενος σέ ἕνα κελλί τοῦ κάστρου, ἔξω ἀπό τό μοναστήρι. Πρόκειται γιά τόν διακεκριμένο Μοναχό, Θεολόγο Καθηγητή, Συγγραφέα καί Ποιητή Κυπριανό Λαχανᾶ (+ 1979), ὁ ὁποῖος προσέφερε πολλές ὑπηρεσίες στόν Ἀγῶνα τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας.
Τό 1919 ἀπέκτησε τήν πρώτη του μαθήτρια, τήν Εἰρήνη Ἀρβανίτη ἀπό τήν Κορώνη (ἔπειτα Γερόντισσα Θεοδούλη). Ἤδη ὁ χῶρος, ἀπό τόπος κηρύγματος εἶχε ἀρχίσει νά ἐξελίσσεται σέ μοναστικό κέντρο καί ἡ προσέλευση πολλῶν δοκίμων συντέλεσε στήν ἀνέγερση ναοῦ καί κελλιῶν. Ἔτσι ἱδρύθηκε ἡ Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου Κορώνης.
Ἕνας τῶν πρώτων χώρων πού διαμορφώθηκαν στή νέα μονή ἦταν τό «Σχολεῖο», ἕνας ἡμιϋπόγειος χῶρος στόν ὁποῖο ὁ μακάριος ἱδρυτής κήρυττε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Μάλιστα σέ περίοπτη θέση εἶχε κρεμάσει τήν «κοκαλιάρα», ἕναν σκελετό πού εἶχε οἰκονομίσει ἀπό ἕναν φίλο του γιατρό καί ὁ ὁποῖος τοῦ χρησίμευε στή «μνήμη θανάτου».
Τό 1925 ὁ Γεώργιος δέχθηκε τό Μοναχικό Σχῆμα ἀπό τόν Μητροπ. Μεσσηνίας Μελέτιο, μέ τό ὄνομα Θεόκλητος.
Τό 1926, κατά τήν διάρκεια προσκυνήματος στό Ἅγιο Ὄρος, γνώρισε τόν μεγάλο ἀσκητή καί πνευματικό Ἱερομ. Ματθαῖο Καρπαθάκη (ἔπειτα Ἐπίσκοπο Γ.Ο.Χ. Βρεσθένης καί Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν, + 1950). Ἐνυπωσιασμένος βαθειά ἀπό τήν ἀρετή, τήν πνευματικότητα καί κυρίως τήν νηστεία τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου (καί ὁ ἴδιος ἦταν μεγάλος νηστευτής), συνδέθηκε μαζί του μέ στενούς πνευματικούς δεσμούς καί ἡ σύνδεση αὐτή ἐπηρέασε σημαντικά τήν μετέπειτα ἐξέλιξή του.
Τό 1928 ὁ Μητροπ. Μεσσηνίας Μελέτιος ἐγκαινίασε τόν ναό τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ Μητροπολίτης ἀναγνώρισε τήν Μονή τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ἡ ὁποία μέχρι τότε ἀντιμετώπιζε πολλά προβλήματα ἀπό ζηλόφθονους Ἱερεῖς καί κακοπροαίρετους παράγοντες τῆς περιοχῆς.
Τό 1934, μετά ἀπό προβληματισμό πάνω στό θέμα τοῦ ἡμερολογιακοῦ ζητήματος, μέ ὁμόφωνη ἀπόφαση τῆς ἀδελφότητας τῆς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου (μαζί μέ τήν ὑπό τήν ἀδελφότητα τῆς Ἱ. Μ. Εὐαγγελιστρίας – Σκήτης Παναγουλάκη Καλαμῶν), ἀποκήρυξε τήν καινοτόμο Νεοημ. Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καί προσχώρησε στήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία. Τίς ἀπόψεις του γιά τό ἡμερολογιακό ζήτημα ἐξέθεσε καί γραπτά σέ ἱκανό ἀριθμό ἐντύπων καί φυλλαδίων, στά ὁποῖα συνήθως ὑπέγραφε σάν «Θεόκλητος Μοναχός, ἀσκητής ἐκ τῆς Συνοδείας Παναγουλάκη».
Τό 1946, γιά τήν καλύτερη ἐξυπηρέτησε τῆς Μονῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου καί τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς περιοχῆς, δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη μέ τό ὄνομα Θεόδουλος. Χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος τήν 10.7.1946 στήν Ἱ. Μονή Παναγίας Κερατέας, ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Βρεσθένης Ματθαῖο Α’, ὁ ὁποῖος καί τοῦ ἀπένειμε καί τό ὀφφίκιο τοῦ Ἀρχιμανδρίτου.
Ἡ δραστηριότητα τοῦ ἀρχιμ. καί πνευματικοῦ Θεοδούλου ὑπῆρξε ἔκτοτε μεγάλη καί εἶχε σάν ἀποτέλεσμα τήν δίωξή του ἀπό τήν νεοημ. Μητρόπολη Μεσσηνίας. Ἰδιαίτερα κατά τήν περίοδο 1951 – 1961, ἐπί ἀρχιερατείας Χρυσοστόμου Δασκαλάκη, ὁ ἀγωνιστής ἀσκητής ὑπέφερε τά πάνδεινα. Οἱ συνεχεῖς ἔφοδοι τῶν ὀργάνων τοῦ Μητροπολίτη πού ἤθελε τήν σύλληψή του, τόν ὑποχρέωναν νά καταφεύγει σέ ὑπόγεια καί ὑγρά μέρη τοῦ κάστρου. Τήν 25η Μαΐου 1951, Πέμπτη τῆς Ἀναλήψεως, καί ἐνῶ ἡ ἀδελφότητα τῆς Μονῆς ἦταν στήν τράπεζα, δεκάδες στρατιώτες καί χωροφύλακες κατέλαβαν τήν μονή συνέλαβαν τήν Γερόντισσα Θεοδούλη καί 30 περίπου μοναχές, τίς ἐπιβίβασαν σέ φορτηγό καί τίς μετέφεραν στό Α’ Τμῆμα Μεταγωγῶν Καλαμάτας. Τήν σύλληψη τήν ἡμέρα ἐκείνη διέφυγαν μόνον ὁ ἀρχιμ. Θεόδουλος, ὁ μ. Κυπριανός καί δύο ἀσθενεῖς μοναχές.
Στόν τόπο τῆς παράνομης κράτησής τους οἱ μοναχές πιέστηκαν ἀπό ἀξιωματικούς τῆς Χωροφυλακῆς, κληρικούς τῆς Νεοημ. Ἐκκλησίας καί τοπικούς παράγοντες ἀποκηρύξουν τήν Γνησία Ὀρθοδοξία καί νά ὑπαχθοῦν στόν Νεοημερολογιτισμό. Ὅμως, μετά ἀπό κράτηση μιᾶς ἑβδομάδας καί τήν ἐπίμονη ἄρνησή τους, ἐπιτράπηκε στή Γερόντισσα Θεοδούλη καί σέ 4 Ρασοφόρες Μοναχές νά ἐπιστρέψουν στό μοναστήρι τους. Οἱ ὑπόλοιπες δόκιμες (περίπου 20), ἀποσχηματίστηκαν βίαια καί διατάχθηκαν νά ἐπιστρέψουν στίς οἰκογένειές τους, μετά τήν ἀπελευθέρωσή τους ὅμως ἐπέστρεψαν κι αὐτές στή μετάνοιά τους.
Ὁ ἀπεινής διωγμός τοῦ Γέροντος Θεοδούλου, ἀλλά καί ἡ μεγάλη ἄσκηση, ἔκαμψαν τήν ὑγεία του. Ἡ ἐπίγεια ζωή του τελείωσε τήν 20.8.1966 στό Νοσοκομεῖο Καλαμάτας ὅπου νοσηλεύοταν. Ἡ κηδεία του ἔγινε τήν Κυριακή 22.8.1966 στή Μονή Τιμίου Προδρόμου, προεξάρχοντος τοῦ Μητροπ. Γ.Ο.Χ. Μεσσηνίας Γρηγορίου, βοηθουμένου ἀπό τούς κληρικούς του. Ἐπικηδείους λόγους ἐκφώνησαν ὁ Σεβ. Γρηγόριος, ὁ Μοναχός Κυπριανός Λαχανᾶς καί ὁ Πρόεδρος τῆς Κοινότητας Κορώνης Δημ. Διαμαντάκης. Ἐπιμνημόσυνα ἄρθρα δημοσίευσαν ὁ Πρωτοσύγκελλος – Πρωθιερεύς Εὐγένιος Τόμπρος στόν «Κήρυκα Ἐκκλησίας Ὀρθοδόξων» (φ. Σεπτ. 1966) καί ὁ Θεολόγος Σ. Σπέντζουρας στήν ἐφημερίδα τῆς Καλαμάτας «Σημαῖα» (φ. 6.9.1966), ἐνῶ μία καταπληκτική νεκρολογία ἔγραψε μετά τήν κοίμησή του ὁ Μοναχός Κυπριανός Λαχανᾶς (βλ. Ἀντ. Μάρκου, «Ὁδοιπορικόν εἰς τήν Ἱεράν Μητρόπολιν Γ.Ο.Χ. Μεσσηνίας», 1980, σελ. 77 – 83).
Ὁ μακάριος Γέροντας ὑπῆρξε ἕνα φωτεινό παράδειγμα ἀρετῆς καί ἁγιότητας, ἕνας διαρκής κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου. Κήρυξε γιά περισσότερο ἀπό 50 χρόνια μετάνοια καί ἐπιστροφή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, προσφέροντας τόν ἑαυτό του θυσία στό βωμό τῆς Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας. Τό σπήλαιο πού ἔζησε, οἱ διωγμοί πού ὑπέστη, τό γεγονός ὅτι ἡ τροφή του ἦταν μόνο λαχανικά (καί συνήθως μόνο ζωμός λαχανικῶν καί πρόσφορο), ἡ ἀγρυπνία καί ἡ προσευχή του, εἶναι μερικά ἀπό τά στοιχεῖα τῆς ἁγίας βιοτῆς του πού συγκινοῦν.

Τοῦ ἀοιδήμου Καθηγουμένου ΘΕΟΔΟΥΛΟΥ εἴη Αἰωνία ἡ Μνήμη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου