Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2010

Μοναχός ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ ΛΑΧΑΝΑΣ (+ 1979)
Θεολόγος – Συγγραφέας – Ποιητής

Μία τῶν μεγαλυτέρων μορφῶν τοῦ Ἀγῶνος τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῆς Ἑλλάδος, ἀλλά καί ἀξιόλογη πνευματική προσωπικότητα, μέ σημαντική προσφορά στήν κοινωνία καί τήν Νεοελληνική Ποίηση.
Κατά κόσμον Παναγιώτης Λαχανᾶς, γεννήθηκε τό 1900 στήν Κορώνη Μεσσηνίας, ὅπου ἔμαθε τά πρῶττα γράμματα. Τήν ἐξέλιξη και μετέπειτα πορεία τῆς ζωῆς του ἐπηρέασε σημαντικά ἡ γνωριμία του τό 1917, ἐνῶ ἦταν μαθητής Γυμνασίου, μέ τόν Γεώργιο Ἀναγνωστόπουλο (ἔπειτα ἀρχιμ. Θεόδουλο, ἱδρυτή τῆς Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου Κορώνης), τότε λαϊκό ὑποτακτικό τοῦ νεοασκητοῦ τῆς Καλαμάτας Ἠλία Παναγουλάκη (+ 1918), μέ προτροπή τοῦ ὁποίου φοίτησε στή Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.
Τό 1927 διορίστηκε Θεολόγος Καθηγητής στό Γυμνάσιο Κορώνης καί τό 1928 ἀσπάσθηκε τόν μοναχικό βίο κοντά στόν πνευματικό του φίλο Γεώργιο (ἤδη μοναχό Θεόκλητο). Ἐγκαταβίωσε σέ ἕνα ταπεινό κελλί στό κάστρο τῆς Κορώνης, ἔξω ἀπό τήν γυναικεία Μονή Τιμίου Προδρόμου, τό ὁποῖο γιά 51 χρόνια (μέχρι τήν κοίμησή του τό 1979), ἔγινε μάρτυρας τῶν ἀγώνων του.
Τό 1946 παραιτήθηκε ἀπό τά διδακτικά του καθήκοντα, συνταξιοδοτήθηκε καί παρέμεινε μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του στό κελλί του - ἀσκητήριο τοῦ κάστρου, προσευχόμενος, συγγράφων καί ἀσχολούμενος μέ τήν ποίηση.
Στή Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία προσχώρησε τό 1934, μαζί μέ τόν Γέροντά του μ. Θεόκλητο καί τήν ἀδελφότητα τῆς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου καί τήν ὑπό τόν Ἱερομ. Γεράσιμο Πουλουπάτη (ἔπειτα Ἐπίσκοπο Γ.Ο.Χ. Μεσσηνίας Χρυσόστομο) ἀδελφότητα τῆς Ἱ.Μ. Εὐαγγελιστρίας – Σκήτης Παναγουλάκη Καλαμῶν. Ἔκτοτε συνδέθηκε στενά μέ τόν Ἁγιορείτη ἀρχιμ. Ματθαῖο Καρπαθάκη (Ἐπίσκοπο Βρεσθένης ἀπό τό 1935 καί Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν ἀπό τό 1949), μέ τόν ὁποῖο συνεργάσθηκε ὡς Θεολόγος σέ πολλά θέματα τοῦ Ἀγῶνος τῆς Ἐκκλησίας (ὅπως στίς χειροτονίες Ἐπισκόπων κατά τό 1948). Γιά τήν προάσπιση τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας συνέγραψε πολλά ἄρθρα θεολογικοῦ καί ἀπολογητικοῦ περιεχομένου, τά ὁποῖα ἔχουν δημοσιευθεῖ στόν «Κήρυκα Ἐκκλησίας Ὀρθοδόξων» καί σέ ἰδιαίτερα φυλλάδια. Ὡς Θεολόγος ἔλαβε μέρος σέ πολλές Συνάξεις τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (ὅπως ἐκείνη τοῦ 1946, κατά τήν ὁποία ἀποφασίσθηκε ἡ χειροτονία Ἐπισκόπου ὑπό μόνου τοῦ Βρεσθένης Ματθαίου). Τό 1966 ἔγινε εὑρύτατα γνωστός μέ τήν δημοσίευση μελέτης του μέ τόν τίτλο, «Ποῖα ἡ διαφορά μεταξύ Παλαιοῦ καί Νέου Ἡμερολογίου».
Γιά τούς ὑπέρ τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας ἀγώνες του (οἱ ὁποῖοι ἦταν γνωστοί ἀνά τό Πανελλήνιο καί ἰδιαίτερα στούς κατοίκους τῆς Μεσσηνίας), διώχθηκε μέ ἰδιαίτερη σφοδρότητα ἀπό τόν νεοημ. Μητροπ. Μεσσηνίας Χρυσόστομο Δασκαλάκη, κατά τόν διωγμό τῆς δεκαετίας 1951 – 1961. Τήν 10.6.1951, μετά ἀπό προδοσία, συνελήφθη καί κρατήθηκε γιά ἕνα μῆνα στό Α’ Τμῆμα Μεταγωγῶν Καλαμάτας, μαζί μέ 16 κακοποιούς τοῦ κοινοῦ ποινικοῦ δικαίου! Ἐκεῖ, δέχθηκε πολύ μεγάλη ψυχολογική πίεση νά προσχωρήσει στό Νεοημερολογιτισμό καί ἀρνούμενος νά ὑποκύψει ἀποσχηματίστηκε καί ξυρίστηκε μέ τήν βία, τήν 7.7.1951, μέ διαταγή τοῦ Χρυσ. Δασκαλάκη, ἐνῶ τοῦ ἀπαγορεύτηκε ἡ ἐπιστροφή στό ἀσκητήριό του, διαταγή στήν ὁποία δέν ὑπάκουσε, ἀλλά μέ κίνδυνο νέας συλλήψεως ἐπέστρεψε καί συνέχισε τήν ἄσκηση καί τόν ἀγῶνα του.
Ἀπό τά νεανικά του χρόνια ὁ Μοναχός Κυπριανός εἶχε ἔφεση πρός τήν Λογοτεχνία καί τήν Ποίηση. Σάν ποιητής ἦταν γνωστός μέ τό φιλολογικό ψευδώνυμο «Πέτρος Γλυφός». «Ἡ ποίησίς του - σύμφωνα μέ ἄρθρο τοῦ «Κήρυκος Γνησίων Ὀρθοδόξων» - ἦταν ἁπλῆ καί ἐνεπνέετο ἀπό τήν ἀγάπην πρός τάς φυσικάς καλλονάς τῆς πατρίδος του… Εἰς τό ἔργον του ἀντανακλῶνται, ἀφ’ ἑνός μέν ἡ λεπτότης τῆς ψυχῆς του καί ἡ θρησκευτικότης του καί ἀφ’ ἑτέρου ἡ ἐπίδρασις τήν ὁποίαν ἤσκησεν ἐπ’ αὐτοῦ ὁ Παπαδιαμάντης, τόν ὁποῖον ἠγάπα καί ἐξετίμα ἀπό τά νεανικά του χρόνια».
Τό μέχρι τό 1970 ποιητικό του ἔργο περιλαμβάνεται στό βιβλίο, «Ὀμορφιές καί Μορφές τῆς Κορώνης», τό ὁποῖο σχολίασε ἡ «Ἀρχόντισσα τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων» συγγραφέας καί λογοτέχνης Ἀθηνᾶ Ταρσούλη. Στόν Πρόλογο τοῦ βιβλίου ὁ Πρόεδρος τοῦ Συλλόγου τῶν ἁπανταχοῦ Κορωναίων «Παναγία ἡ Ἑλεήστρια» Ἠλίας Πολίτης, ἔγραψε:
«Προσφοράν οὐσιαστικῆς ἀξίας καί συμβολήν σημαντικήν διά τήν γνωριμίαν μιᾶς πανάρχαιας πολιτείας ὅπως ἡ ἱστορική πανέμορφη Κορώνη, ἀποτελεῖ τό παρόν ἐκδοθέν βιβλίον, τό περιεχόμενον τοῦ ὁποίου ἀπαρτίζεται ἀπό Κορωνέϊκα ποιήματα τοῦ ὑπό τό φιλολογικόν ὄνομα ἐκ ταπεινοφροσύνης κρυπτομένου (ἄς μοί συγχωρηθεῖ ὑπ’ αὐτοῦ, παρακαλῶ, ἡ ἐπιβεβλημένη ἀποκάλυψις) Ὁσιολογιωτάτου π. Κυπριανοῦ.
Οὗτος δέ δέν εἶναι ἄλλος ἤ ὁ Θεολόγος τέως Καθηγητής Π. Α. Λαχανᾶς, ὁ σεβαστός καί ἀγαπητός τοῖς πᾶσι, ὅστις ἀπό νεότητος αὐτοῦ παρεῖδε τά ἡδέα τοῦ βίου, περιεβλήθη τό μοναχικόν ράσον καί ἐτίμησεν ἐπί ὁλόκληρον εἰκοσαετίαν (1927 – 1946) τήν σχολικήν ἕδραν τῆς Μέσης Ἐκπαιδεύσεως, καταλικών τελικά ταύτην καί περιορισθείς εἰς τήν Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου, ἐν ἧ διαβιοῖ συνεχῶς ἀπό τοῦ 1928, ἐντός τοῦ Κορωνέϊκου κάστρου, ἵνα ἐπιδοθῆ περισσότερον εἰς τά τῆς Μοναχικῆς Πολιτείας.
Ἐκεῖ, ἀπό τούς πανύψηλους καί ἐπιβλητικούς «μπιτζιχανέδες», ἐν μέσῳ τῶν ὁποίων ἀπό 40ετίας καί πλέον ἔχει πήξει τήν καλιάν του, τό ταπεινόν καί ἀπέριττον κελλίον του, ἀγναντεύοντας τόν οὐρανόν, τίς ἀπέραντες θάλασσες, τά νησιά, τά ἀκρογιάλια, τίς ἀμμουδιές, τά βουνά, τούς καταπράσινους κάμπους καί ὅλα τά θαυμαστά ἔργα τοῦ Δημιουργοῦ, ἀλλά καί τά ἔργα τῶν ἀνθρωπίνων χειρῶν, μεταρσιοῦται λογοτεχνικά καί ὑπό θεοσδότου χαρίσματος ἐμπνεόμενος, δρέπει πλουσιοπάροχα καρπούς ἀγλαούς καί κατανυκτικούς ὕμνους, πληθώραν ὡραίων ἀσματίων (σονέτων) ποικίλου περιεχομένου, πολλά ποιήματα δημοτικῆς μορφῆς διά τήν φυσικήν ζωήν, περιγράφων Κορωνέϊκες ἰδιόρυθμες φυσιογνωμίες, ἐκθέτων τραγουδιστά Κορωνέϊκα γεγονότα πού συγκινοῦν κάθε ἀκροατήν καί ἰδιαίτερα τόν ξενητεμένον νοσταλγόν Κορωνιόν, πού τά ξανακυλᾶ στήν μνήμην του ἀκόμη ζωηρότερα καί τέλος χαρακτηρίζων ποιητικές μορφές, ἄλλας μέν ἐπαινῶν, ἄλλας δέ δεξιοτέχνως ψέγων, διά τήν ἀκολουθηθεῖσαν μή νόμιμον ὁδόν.
Διά τό ἔργον του τοῦτο ἔχουν ἐκφρασθῆ μέ ἐνθουσιώδεις ἐπαίνους πολλοί εἰδικοί, ἐν οἷς καί ἡ μεγάλη κυρία τῶν Γραμμάτων μας, ἡ ξακουστή λαογράφος, ποιήτρια καί ζωγράφος, ἡ Ἀρχόντισσα κ. Ἀθηνᾶ Ταρσούλη, καθώς καί ἄλλοι ἀνεγνωρισμένοι ποιηταί καί καθηγηταί, ὡς οἱ καθηγηταί κ.κ. Φώτιος Λίτσας καί Γ. Κούβελας καί ὁ ποιητής Νίκος Καμβύσης.
Ὁ παιδιόθεν ἐνάρετος καί ἀθόρυβος αὐτός ποιητής, ὁ διδάσκαλος τῆς ἐγκρατείας, ἀπό τήν πληθύν τῶν μέχρι τοῦδε ἀνεκδότων δυστυχῶς ποιημάτων του, ἐχάρισεν εἰς τόν ὑποφαινόμενον μερικά ἐξ αὐτῶν πού ἀφοροῦν τήν Κορώνην μας καί ζωντανεύουν τούς θρύλλους, τήν ζωήν, τά ἤθη καί ἔθιμα αὐτῆς καί παρουσιάζουν πρόσωπα πού ἐσημείωσαν ἀξιόλογον δρᾶσιν ἤ ἀξιωσημείωτα ἰδιώματα. Ταῦτα δέ ἀξιοποιῶν ἐξέδωκεν εἰς τό παρόν βιβλίον (1.000 σώματα), τό ὁποῖον διά τοῦ ἐξόχου ποιητικοῦ περιεχομένου καί τῶν καλλιτεχνικῶν εἰκόνων του θέλει ἱκανοποιήση τούς ἀναγνώστας, φίλους καί θαυμαστάς τῆς Κορώνης…
Ἐπί τούτοις ὁ ὑποφαινόμενος εὐχαριστεῖ θερμῶς διά τήν σπουδαίαν ταύτην προσφοράν, τόν ἄοκνον αὐτόν πνευματικόν ἐργάτην, τόν φλογερόν κήρυκα τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς κοινωνίας, Καθηγητήν τῆς Θεολογίας σεβαστότατον π. Κυπριανόν Μοναχόν καί εὔχεται εἰς αὐτόν ὑγείαν καί μακροζωΐαν, ἵνα διά τοῦ ποιητικοῦ του χαρίσματος ἄδει καί ψάλλει τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ καί τῆς ὄμορφης καί ἱστορικῆς πατρίδος του
».
Ὁ Μοναχός Κυπριανός ὡς ποιητής περιλαμβάνεται στή Μεγάλη Ἐγκυκλοπαίδεια τῆς Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας (τοῦ Χάρη Πάτση) καί γιά τήν προσφορά του στά Γράμματα ἔχει τιμηθεῖ μέ ἀρκετές ἐκδηλώσεις πνευματικῶν φορέων (ὅπως τόν Φιλολογικό Σύλλογο «ΠΑΡΝΑΣΟΣ», τόν Σύλλογο Κορωναίων κ.ἄ. ), ἐνῶ ἐγκωμιαστικά γι’ αὐτόν ἄρθρα ἔχουν δημοσιευθεῖ σέ διάφορα περιοδικά καί ἐφημερίδες. Μεταξύ τῶν ἔργων του περιλαμβάνονται 13 θρησκευτικοί ὕμνοι, ποιητική ἀπόδοση τοῦ Ἀμώμου καί τῶν Χαιρετισμῶν, ὑμνογραφικά στόν Ἱερό Αὐγουστίνο καί πολλά θρησκευτικά σονέτα.
Ὁ Μοναχός Κυπριανός κοιμήθηκε εἰρηνικά τήν 16.12. 1979. Κατά τήν ἐπιθυμία του ἐνταφιάστηκε στήν Ἱ.Μ. Τιμίου Προδρόμου Κορώνης. Ἐπιμνημόσυνα ἄρθρα δημοσίευσαν ὁ «Κήρυξ Γνησίων Ὀρθοδόξων» καί ὁ «Ὀρθόδοξος Τύπος».

Τοῦ ἀοιδήμου Μοναχοῦ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ εἴη Αἰωνία ἡ Μνήμη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου