Γερόντισσα ΠΑΪΣΙΑ
Καθηγουμένη Ἱ. Μονῆς Παντανάσσης Μυστρᾶ (+ 1945)
Καθηγουμένη Ἱ. Μονῆς Παντανάσσης Μυστρᾶ (+ 1945)
Ἦταν κόρη τοῦ ἥρωα τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821 Στρατηγοῦ Γιατράκου καί τῆς εὐλαβεστάτης Πηγῆς (ἔπειτα Ἡγουμένης Παναρέτης), ἡ ὁποία μόνασε τό 1888 στή Μονή Παντανάσσης Μυστρᾶ μαζί μέ τίς δύο κόρες της (ἔπειτα μοναχές Παϊσία καί Εὐσεβία).
Ἡ Γερόντισσα Παναρέτη κοιμήθηκε εἰρηνικά περί τό 1895. Τήν διαδέχθηκε ἡ κατά σάρκα θυγατέρα της Γερόντισσα Παϊσία, ἡ ὁποία ἡγουμένευσε 50 χρόνια ! (1895 – 1945), ὅμως στήν Παντάνασσα κυριαρχοῦσε ἡ χαρισματική προσωπικότητα τῆς κατά σάρκα ἀδελφῆς της Μοναχῆς Εὐσεβίας.
«Ἡ μοναχή Εὐσεβία - γράφει ἡ μ. Εὐφροσύνη Παντζούρη, τότε ἀδελφή τῆς Μονῆς Παντανάσσης - ἦτο ἄνθρωπος μέ μεγάλην θρησκευτικήν καί ἱστορικήν μόρφωσιν καί ἰσχυράν μνήμην. Ἦτο εἰς θέσιν νά ἀπαγγέλη ἀπό μνήμης κείμενα Ἁγίων Πατέρων ὁλοκλήρων σελίδων, καθώς καί βίους Ἁγίων καί διάφορα ἱστορικά γεγονότα, μέ ἀκριβεῖς χρονολογίας καί λεπτομερείας».
Ἡ μ. Εὐσεβία ὑπῆρξε ἐπίσης συγγραφέας τοῦ βιβλίου «Βυζαντιναί Ἀρχαιότητες Μυστρᾶ», τό ὁποῖο ὑπογράφεται «ὑπό Εὐσεβίας Γιατράκου, Μοναχῆς, Ἀρχιφύλακος Μυστρᾶ».
Ἐπί τῶν ἡμερῶν τῶν ἀδελφῶν Γιατράκου (γ. Παϊσίας καί μ. Εὐσεβίας), δημιουργήθηκε στή Σπάρτη τό ἐπ’ ὀνόματι τῆς Παναγίας Ἐλεούσης Μετόχιο τῆς μονῆς (ἐπί τῆς ὁδοῦ Μενελάου), στό ὁποῖο φυλάσσεται παλαιά θαυματουργός εἰκόνα τῆς Παναγίας. Σχετικά μέ τήν εἰκόνα εἶναι γνωστά τά ἀκόλουθα στοιχεῖα: Ἡ εἰκόνα (σέ μορφή τριπτύχου) μεταφέρθηκε στή Σπάρτη ἀπό τήν Μικρά Ἀσία κατά τήν διακυβέρνηση τοῦ Ἰω. Καποδίστρια (1831), ἀπό τήν οἰκογένεια Ρουσοπούλου. Γιά διάστημα 111 χρόνων (1831 – 1942), φυλάσσονταν στήν κατοικία τῆς οἰκογενείας αὐτῆς, μέ εὐθύνη τῆς Μοναχῆς Ἀβερκίας Ρουσοπούλου (+ 1942). Τό 1957 διορίσθηκε ἀπό τήν Μονή Παντανάσσης ὑπεύθυνη τοῦ Μετοχίου ἡ Μοναχή Καλλινίκη (Χριστάκου, ἔπειτα Γερόντισσα), χάρις στίς προσπάθειες τῆς ὁποίας κτίσθηκε ναός καί βοηθητικό κτίσμα. Πρόκειται γιά ναό μικρῶν διαστάσεων, ρυθμοῦ μονόκλιτης βασιλικῆς, ἁγιογραφημένο ἀπό τόν Εὐάγγελο Μαυρικάκη (μαθητή τοῦ Φ. Κόντογλου).
Ἀκόμη ἐπί τῶν ἡμερῶν τῶν ἀδελφῶν Γιατράκου, ἡ Παντάνασσα καί ὁ Μυστρᾶς γενικότερα τράβηξαν τό ἐνδιαφέρον ἐπιφανῶν ἐκπροσώπων τῶν Γραμμάτων, τῶν Τεχνῶν καί τῆς Πολιτικῆς, Ἑλλήνων καί ξένων, ἀλλά καί ἐκκλησιαστικῶν προσωπικοτήτων (ὁ Γαβριήλ Millet φωτογραφίζει τά μνημεῖα, ἡ S. Dufrenne μελετᾶ τά εἰκονογραφικά προγράμματα, ὁ Μητροπολίτης Θεόκλητος Μηνόπουλος διενεργεῖ τήν πρώτη ἀνεπίσημη ἀνασκαφή, ὁ Νίκος Καζαντζάκης φθάνει προσκυνητής, ὁ Φώτης Κόντογλου ἐργάζεται γιά τήν ἀποκατάσταση τῶν τοιχογραφιῶν, ὁ Ὀρλάνδος συνεχίζει τίς ἀναστηλώσεις πού εἶχε ἀρχίσει ὁ Ἀδαμαντίου τό 1907 - 1910, ὁ Ζησίου δημοσιεύει τίς ἐπιγραφές, ὁ Ἱερομ. Ματθαῖος Ἁγιορείτης θέλει νά ἱδρύσει μονή, οἱ Ν. Βέης, Ἀ. Ξυγγόπουλος, Δ. Ζακυνθινός, Μαρία Σωτηρίου, Ἐμμ. Χατζηδάκης κ.ἄ. μελετοῦν τά μνημεῖα καί γράφουν γι’ αὐτά).
Ἀκόμη, ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 20ου αἰ. μέχρι καί τόν Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ἐπισκέφθηκαν τήν Παντάνασσα μεγάλες προσωπικότητες τῆς Πολιτικῆς. Τό 1909 ἡ Βασίλισσα Ὄλγα μέ τόν Διάδοχο Κωνσταντῖνο. Ἀργότερα ὁ Βασιλεύς Γεώργιος Β’ μέ τήν Ρουμανίδα σύζυγό του (κατά τόν Νικ. Γεωργιάδη, Πρόεδρο τῆς Πνευματικῆς Ἑστίας Σπάρτης, πρέπει νά ἦταν ἀμέσως μετά τόν θάνατο τοῦ Βασιλέως Ἀλεξάνδρου, διότι ὁ Γεώργιος - ὅπως φαίνεται σέ φωτογραφία τῆς ἐποχῆς – φέρει ἕνα φαρδύ περιβραχιόνιο πένθος). Τό 1928 ὁ Ἐλευθέριος Βενιζέλος. Τό 1937 πάλι ὁ Γεώργιος Β’ καί τό 1939 ὁ Διάδοχος Παῦλος μέ τήν Φρειδερίκη. Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι τήν Παντάνασσα ἐπισκέφθηκε καί ὁ ἐκ τῶν Ἡγετῶν τοῦ Ναζισμοῦ Γκαίμπλς.
Μέχρι τό 1940 ὁ Δῆμος Σπαρτιατῶν συνήθιζε νά παραθέτει τό ἐπίσημο πρός τιμήν τῶν ὑψηλῶν ἐπισκεπτῶν γεῦμα, στή στοά τῆς Παντανάσσης.
Τό 1910 συνδέθηκε μέ τόν Μυστρᾶ καί τήν Μονή Παντανάσσης ὁ Κρητικῆς καταγωγῆς Ἁγιορείτης Ἱερομόναχος Ματθαῖος Καρπαθάκης, ἐξόριστος τότε στή Μονή Ζερμπίτσας, λόγῳ κριτικῆς τοῦ γάμου τοῦ Διαδόχου Κωνσταντίνου μέ τήν Γερμανίδα Πριγκίπισσα Σοφία, χωρίς νά προηγηθεῖ τό Βάπτισμά της.
Ὁ Ματθαῖος βρέθηκε καί πάλι στή Λακωνία τό 1922, καί πάλι ἐξόριστος, λόγῳ ἐμπλοκῆς του στή διαμάχη Βασιλέως Κωνσταντίνου - Ἐλευθερίου Βενιζέλου. Κατά τήν δεύτερη αὐτή περίοδο τῆς ἐξορίας του συνδέθηκε ἀκόμη περισσότερο μέ τήν γ. Παϊσία καί τήν Μονή Παντανάσσης.
Ὁ Ματθαῖος, κληρικός διακρινόμενος γιά τούς ἀγῶνες του, τήν πνευματική καί θεολογική του συγκρότηση καί τήν ἐκκλησιαστική του παιδεία (ἦταν ἀπόφοιτος τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Ἱεροσολύμων καί ἐπί 45ετία σπηλαιώτης ἀσκητής στήν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους), ὑπῆρξε μεγάλος ἐραστής τοῦ Ὀρθοδόξου Μοναχικοῦ ἰδεώδους καί ταυτόχρονα λάτρης τοῦ Βυζαντίου καί τῶν ἰδεῶν του. Στό Μυστρᾶ, γοητευμένος ἀπό τίς φυσικές καλλονές, τήν ἱστορικότητα τοῦ τόπου, τίς καταπληκτικές Βυζαντινές ἐκκλησίες καί - στό πρόσωπο τῆς γ. Παναρέτης καί τῆς ἀδελφότητας τῆς Παντάνασσας -μέ τό πνευματικό του ἄρωμα καί τήν διαχρονική του ἀκτινοβολία, ἀποφάσισε νά ἱδρύσει γυναικεία μονή, μέ κέντρο τόν ναό τοῦ ἁγ. Νικολάου. Ἡ ἐκτέλεση τῆς ἀποφάσεως αὐτῆς προσέκρουσε στήν ἀρχαιολογική σημασία τοῦ χώρου (τό 1922 ὁ Μυστρᾶς εἶχε ἀνακηρυχθεῖ ἀρχαιολογικός χῶρος) καί ἔτσι ἵδρυσε τήν μονή του στήν Κερατέα τῆς Ἀττικῆς, τό 1927.
Τό πλέον σημαντικό γεγονός τῆς ἡγουμενίας τῆς γ. Παϊσίας ἦταν ἡ μή συμμόρφωση τῆς Μονῆς Παντανάσσης μέ τήν ἡμερολογιακή ἀλλαγή τοῦ 1924. Ἡ πνευματική σχέση καί σύνδεση τῆς ἀδελφότητος μέ τόν Ἱερομ. Ματθαῖο, εἶχε σάν ἀποτέλεσμα τήν ἐμμονή της στήν ἑορτολογική παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας, δεδομένου ὅτι ὁ Ματθαῖος ἦταν ἀπό τά ἡγετικά στελέχη τοῦ Ἀγῶνος τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν (κοινῶς Παλαιοημερολογιτῶν). Δέν εἶναι γνωστό ποιός ἐξυπηρετοῦσε πνευματικά καί λειτουργικά τήν μονή μέχρι τό 1935 (ὁπότε προσχώρησε ὁ Λάκωνας κληρικός Βίκτωρ Μπουλοῦκος), τό πλέον πιθανό ὅμως εἶναι νά τήν ἐξυπηρετοῦσε ὁ ἴδιος ὁ Ματθαῖος (τουλάχιστον σάν Πνευματικός) καί κληρικοί τῶν μονῶν του (λ.χ. ὁ π. Ἰωακείμ Μπουρελάκης, ἀπό τούς πρώτους συνεργάτες του).
Ὁ ἀρχιμ. Βίκτωρ (κατά κόσμον Βασίλειος) ἦταν Λάκωνας στήν καταγωγή, λόγιος καί ἀξιόλογος κληρικός. Μέχρι τό 1935 μόναζε στήν ἱστορική Μονή Τιμίου Προδρόμου στό Καστρί Κυνουρίας (δέν ἐπιβεβαιώνεται, ὅτι ἦταν Ἡγούμενος τῆς Μονῆς). Μέ τήν Γερόντισσα Παϊσία, τήν Μοναχή Εὐσεβία καί τήν ἀδελφότητα τῆς Παντάνασσας διατηροῦσε στενή πνευματική σχέση. Μέσῳ τῶν δύο αὐτῶν ζηλωτριῶν μοναζουσῶν εἶχε γνωρίσει τόν Ἱερομ. Ματθαῖο καί ἔτσι τό 1935 ἦταν ἕτοιμος νά ἀσπασθεῖ τίς ἐκκλησιολογικές του θέσεις.
Ὁ ἀρχιμ. Βίκτωρ ἀρχικά ἤθελε νά ἐγκαταβιώσει στό Μυστρᾶ, ἀλλά προσέκρουσε στήν Ἀρχαιολογική Ὑπηρεσία. Ἔτσι ἐντάχθηκε στήν νεοσύστατη (1934) ἀνδρική μονή τοῦ Ἐπισκόπου Ματθαίου (Μεταμ. Σωτῆρος Κουβαρᾶ), τῆς ὁποίας ἀνέλαβε τήν ἡγουμενία. Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1941. Ἐπί τῶν ἡμερῶν του ἡ μονή ἀριθμοῦσε 70 πατέρες!
Ἡ Γερόντισσα Παϊσία κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1945, μετά ἀπό ἡγουμενία 50 ἐτῶν! καί ἐνταφιάστηκε στή μονή της.
Τῆς ἀοιδήμου Γεροντίσσης ΠΑΪΣΙΑΣ εἴη αἰωνία ἡ μνήμη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου